Словосочетания с ‘κάνω’

κάνω ελληνικά (учить греческий)
κάνω βόλτα (гулять)
κάνει ζέστη (жарко)
κάνει κρύο (холодно)
κάνω μπάνιο (купаться)
κάνω σκι (кататься на лыжах)
κάνω σπορ (заниматься спортом)
κάνω ντους (принимать душ)
κάνω πλάκα (шутить)
κάνω ψώνια (делать покупки)
κάνω ποδήλατο (кататься на велосипеде)
κάνω παρέα (дружить)
κάνω βλακεία (делать глупость)
κάνω ηλιοθεραπεία (загорать)
κάνω κέφι (быть в настроении)
κάνω τσιγάρο (курить)
κάνω υπομονή (терпеть)
κάνω στάση (останавливаться)
κάνω οικονομία (экономить)
κάνω δίαιτα (быть на диете)
κάνω λάθος (ошибаться)
Πόσο κάνει; (Сколько стоит?)
δεν κάνει (не подходит)
κάνω τον κινέζο (делать вид)
Τι δουλειά κάνεις; (Кем ты работаешь?)
Πόσο κάνει; Κάνει 50 ευρώ. (Сколько стоит? Стоит 35 евро.)
Πάμε βόλτα; (Пойдём гулять?)
Δεν κάνει. (Не получится.)

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *